Παρασκευή 4 Μαρτίου 2011

«Όχι συμφωνίες υπό απειλή» - ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ 33 ΠΡΩΗΝ ΠΡΕΣΒΕΩΝ ΣΤΟΝ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟ ΓΙΑ ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ


Σε ανοιχτή επιστολή τους, που απη­ύθυναν χθες προς τον πρωθυ­πουργό, 32 πρώην πρέσβεις της Ελλάδας και ο τέως προϊστάμενος Ειδι­κής Νομικής Υπηρεσίας του υπουργεί­ου Εξωτερικών - μέλος της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου του ΟΗΕ, μεταξύ άλ­λων: Εκφράζουν ανησυχία μήπως η σημερινή οικονομική συγκυρία πλήξει τελικά τα εθνικά μας θέματα ανεπανόρ­θωτα, εν όλω ή εν μέρει.
Τονίζουν ότι τυ­χόν συνδιαχείριση των πόρων του Αι­γαίου υπό συνθήκες κρίσης, υπό την τουρκική απειλή του «casus belli», θα εί­ναι σε βάρος μας, ότι απαιτούνται άμε­σα, ως προϋποθέσεις, επέκταση των χω­ρικών μας υδάτων, με ανεξάρτητη-κυ­ρίαρχη απόφαση της χώρας μας, βάσει του Διεθνούς Δικαίου, και οριοθέτηση της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και της κεφαλαιώδους σημασίας για μας ΑΟΖ του νησιωτικού συμπλέγματος Καστε­λόριζου. Ολόκληρη η επιστολή των «33» έχει ως εξής:
«Αξιότιμε κύριε Πρωθυπουργέ, Οι υπογράφοντες, έχοντας επί δεκαετίες υπηρετήσει τα εθνι­κά μας θέματα, δικαι­ώματα και συμφέρο­ντα, επιθυμούμε να εκφράσουμε την ικα­νοποίησή μας για τις δημόσιες δηλώσεις σας κατά την συνά­ντηση στο Ερζερούμ με τον Τούρκο ομόλογό σας και με τους πρέσβεις της γείτονος. Παρ' όλη όμως την ευθεία και δημοσία αυτή προβολή των θέσεών μας δεν παύουμε να ανη­συχούμε μήπως η σημερινή οικονομική συγκυρία πλήξει τελικά τα εθνικά μας θέ­ματα, εν όλω ή εν μέρει, ανεπανόρθωτα. Και τούτο για τους παρακάτω λόγους τους οποίους επιτρέψτε μας να σας εκθέ­σουμε επιθυμώντας να συμβάλουμε και εμείς στον διεξαγόμενο σήμερα δημό­σιο διάλογο, ως απλοί πολίτες, χωρίς βεβαίως να αμφισβητείται η αρμοδιότητα της κυβερνήσεως να διαμορφώνει την εξωτερική πολιτική:
Όταν μια χώρα διέρχεται κρίση, όπως τώρα η πατρίδα μας, είναι λογικό να απο­φεύγει να συνάπτει συμφωνίες που θα τη δεσμεύσουν για πολύ μετά το τέλος της κρίσης και, πιθανότατα, εις το διηνεκές.
Στις θεμελιώδεις υποχρεώσεις που ε­πιβάλλει ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών περιλαμβάνεται και η αποχή από κάθε απειλή ή χρήση βίας στις διεθνείς σχέσεις. Η Αρχή αυτή δεν έχει τεθεί στον Χάρτη ασκόπως. Γιατί είναι προδιαγε­γραμμένη η έκβαση της διαπραγμάτευ­σης εις βάρος του μέρους εκείνου που δέχεται να συνομιλεί υπό τη συνεχή και προκλητική παραβίαση του εθνικού του χώρου και υπό την απειλή στρατιωτικής αντίδρασης, όπως είναι η τουρκική γνω­στή ως "casus belli". Όταν το ένα μέρος βρίσκεται στο πλευ­ρό της διεθνούς νο­μιμότητας και εξακο­λουθεί να διαπραγ­ματεύεται παρά τις έ­κνομες ενέργειες του άλλου μέρους δημι­ουργούνται δύο σο­βαρές συνέπειες. Αφ' ενός δείχνει ο απειλούμενος ότι δέχεται να διαπραγματευτεί υπό πίεση -σαν να είχε ηττηθεί σε πόλεμο- και αφ' ετέρου ο παράνομος χαρακτήρας των ενεργειών του απειλούντος ακυρώνεται ή αποδυ­ναμώνεται σημαντικά στα μάτια των διε­θνών παραγόντων. Το δεύτερο αυτό συμβαίνει διότι κανείς ξένος δεν είναι δυ­νατόν να πιστεύσει ότι διαπράττονται διε­θνείς παραβιάσεις όσο οι διαπραγματεύ­σεις διαρκούν και ότι το μέρος που τις υ­φίσταται δέχεται, παρά τούτα, να συνεχί­ζει να διαπραγματεύεται. Έτσι η διαμαρ­τυρία και η επιχειρηματολογία του απο­δυναμώνονται και αυτοαναιρούνται.
Οι επεκτατικές στοχεύσεις της Τουρκίας εδράζονται σε μακροχρόνιες προοπτικές και τούτο είναι σε όλους γνωστό. Οιαδή­ποτε σημερινή συμφωνία με ελληνικές υ­ποχωρήσεις θα εξασφάλιζε οφέλη μόνο στην Τουρκία, η οποία μετά κάποια μικρή χρονική ίσως διακοπή θα συνέχιζε την ί­δια αρπακτική τακτική. Η ιστορία της γεί­τονος είναι δυστυχώς ιστορία παραβιά­σεων της υπογραφής της. Μια ιστορία που έχει ακόμη και πρόσφατα έντονα δείγματα.
Τυχόν συνδιαχείριση των πόρων του Αιγαίου πριν από τη διεύρυνση των χω­ρικών μας υδάτων και την επακόλουθη οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ θα παρείχε ίσως πρόσκαιρα οικο­νομικά οφέλη. Η συνδιαχείριση όμως προϋποθέτει δύο απαραίτητες ενέργειες που πρέπει να γίνουν προηγουμένως: α) Την επέκταση των χωρικών υδάτων με ανεξάρτητη και κυρίαρχη απόφαση της χώρας μας σύμφωνα με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου. Και β) τον ορισμό της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Εάν δεν τηρηθούν οι δύο αυτές προϋποθέσεις, η Τουρκία ασφαλώς θα χρησιμοποιούσε τα ad hoc δικαιώματα τα οποία ενδεχομένως θα της παραχω­ρηθούν προσωρινά για να αποδυναμώ­σει τα de jure ελληνικά και να ενισχύσει τις δικές της πάγιες παράνομες θέσεις. Εξ άλλου, η επί μακρόν αποχή εκ μέρους μας από την άσκηση κυριαρχικών δικαι­ωμάτων σε συνδυασμό με τη θέση τους υπό συζήτηση είναι δυνατόν, υπό ορι­σμένες προϋποθέσεις, να δώσει λαβή σε παρερμηνείες.
Εφόσον η Ελλάδα υποστηρίζει ότι συ­ζητά μόνο την οριοθέτηση της υφαλο­κρηπίδας και η Τουρκία επιμένει ότι στο τραπέζι βρίσκονται όλα τα "ζητήματα του Αιγαίου", η κυβέρνηση οφείλει να ξεκα­θαρίσει το ζήτημα. Δεν μπορεί πράγματι να παραμένει μυστικό, τόσο το περιεχό­μενο της διαπραγμάτευσης όσο και η δια­πραγματευτική γραμμή εκκίνησης της ελ­ληνικής πλευράς.
Πρέπει να επισημανθεί ότι η υφαλο­κρηπίδα και η ΑΟΖ του νησιωτικού συ­μπλέγματος Καστελορίζου είναι κεφαλαι­ώδους σημασίας για τη χώρα μας και εί­ναι ενθαρρυντικό ότι πρόσφατα έγκυρα δημοσιεύματα στο Ισραήλ το αναγνωρί­ζουν. Είναι ευνόητο ότι η χώρα μας έχει κάθε συμφέρον να υποστηρίξει αυτή την άποψη.
Οι πενήντα τουλάχιστον "διερευνητι­κές επαφές", όπως και άλλες που πραγ­ματοποιήθηκαν μεταξύ των δύο χωρών είναι φανερό ότι έ­χουν ξεπεράσει το ε­πίπεδο του "διαλό­γου" και κινδυνεύ­ουν να εκληφθούν ως διαπραγμάτευση. Η διαπραγμάτευση είναι -έτσι τουλάχι­στον ασκείται διε­θνώς- αμοιβαία α­νταλλαγή παραχω­ρήσεων με σκοπό να επιτευχθεί λύση ι­κανοποιητική και για τις δύο πλευρές υ­πό την προϋπόθεση βεβαίως ότι και οι δύο έχουν νόμιμους τίτλους. Αν η ελλη­νική πλευρά παραχωρήσει μέρος των κυ­ριαρχικών της δικαιωμάτων θα πρέπει ο ελληνικός λαός να μάθει και τις παραχω­ρήσεις των νομίμων δικών της κυριαρχι­κών δικαιωμάτων που έκανε, σε αντάλ­λαγμα, η Τουρκία.
Αξιότιμε κύριε Πρωθυπουργέ,
Η κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δι­καιώματα στο Αιγαίο δεν προσδιορίζο­νται με ασαφείς διατάξεις διεθνούς δικαί­ου, όπως επιδιώκουν ίσως μερικοί να πεί­σουν τους πάντες και ιδίως την ηγεσία της χώρας. Είναι σαφή και αδιαμφισβήτητα έναντι της επιβουλής οιουδήποτε γειτο­νικού κράτους, το οποίο διά της απειλής χρήσεως όπλων επιδιώκει -όπως και επί­σημοι Τούρκοι ομολογούν- να επανα­φέρει το καθεστώς της Οθωμανικής Αυ­τοκρατορίας της οποίας την κατάρρευση κίνησε προ δύο σχεδόν αιώνων ο πόθος των λαών για ελευθερία.
Μετά τιμής,
Οι πρώην Πρέσβεις της Ελλάδος: Χρήστος Αλεξανδρής, Σπύρος Αλιά­γας, Γεώργιος Ασημακόπουλος, Διαμα­ντής Βακαλόπουλος, Βασίλειος Βασσά­λος, Ιωάννης Γενηματάς, Εμμανουήλ Γκί­κας, Νικόλαος Διαμαντόπουλος, Σπυρί­δων Δοκιανός, Ευ­στράτιος Δούκας, Αχιλλέας Έξαρχος, Ιωάννης Θεοφανό­πουλος, Αθανάσιος Θεοδωρακόπουλος, Ιωάννης Θωμόγλου, Αντώνης Κοραντής, Αλέξανδρος Κου­ντουριώτης, Γεώρ­γιος Κωνσταντής, Νικόλαος Μακρίδης, Λεωνίδας Μαυρομι­χάλης, Εμμανουήλ Μεγαλοκονόμος, Πα­ναγιώτης Μπάιζος, Ιωάννης Μπουρλο­γιάννης-Τσαγγαρίδης, Λάζαρος Νάνος, Αντώνιος Νομικός, Παναγιώτης Οικονό­μου, Απόστολος Παπασλιώτης, Κωνστα­ντίνος Πολίτης, Αντώνης Πρωτονοτά­ριος, Βασίλειος Σημαντηράκης, Ιάκωβος Σπέτσιος, Θέμος Στοφορόπουλος, Ευάγ­γελος Φραγκούλης, Κώστας Οικονομί­δης, Ομότιμος Καθηγητής Παντείου Πα­νεπιστημίου, τέως Προϊστάμενος Ειδικής Νομικής Υπηρεσίας Υπουργείου Εξωτε­ρικών, Μέλος Επιτροπής Διεθνούς Δικαί­ου Ηνωμένων Εθνών (1999-2006)»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου